fries
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfries (en) (συνήθως στον πληθυντικό, ενικός: fry)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- fries στην αγγλική Βικιπαίδεια
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαfries (en)
Ρηματικός τύπος
επεξεργασίαfries (en)