Ετυμολογία

επεξεργασία
frère < frade < λατινική frater

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
frère frères

frère (fr) αρσενικό

Deux frères

Συγγενικά

επεξεργασία