Ουσιαστικό

επεξεργασία

fratricide (en)

  1. η αδελφοκτονία
  2. ο/η αδελφοκτόνος



      ενικός         πληθυντικός  
fratricide fratricides

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

fratricide (fr) αρσενικό

  1. η αδελφοκτονία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
fratricide fratricides

fratricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ο/η αδελφοκτόνος

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
fratricide fratricides

fratricide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. αδελφοκτόνος