forĝisto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- forĝisto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | forĝisto | forĝistoj |
αιτιατική | forĝiston | forĝistojn |
forĝisto (eo)
- ο σιδεράς
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | forĝisto | forĝistoj |
αιτιατική | forĝiston | forĝistojn |
forĝisto (eo)