fiscaliste
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- fiscaliste < fiscal
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fis.ka.list/
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
fiscaliste | fiscalistes |
fiscaliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
fiscaliste | fiscalistes |
fiscaliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό