festo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | festo | festoj |
αιτιατική | feston | festojn |
festo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | festo | festoj |
αιτιατική | feston | festojn |
festo (eo)