favoranto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | favoranto | favorantoj |
αιτιατική | favoranton | favorantojn |
favoranto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | favoranto | favorantoj |
αιτιατική | favoranton | favorantojn |
favoranto (eo)