• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

fatigué

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr) Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /fa.ti.ɡe/
fatigué (βοήθεια·αρχείο)

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό fatigué fatigués
θηλυκό fatiguée fatiguées

fatigué (fr)

  • κουρασμένος, ταλαιπωρημένος

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • fatigabilité
  • fatigable
  • fatigant
  • fatigue
  • fatiguer
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=fatigué&oldid=4665835"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιουνίου 2020, στις 19:46

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιουνίου 2020, στις 19:46.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie