fakto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fakto | faktoj |
αιτιατική | fakton | faktojn |
fakto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fakto | faktoj |
αιτιατική | fakton | faktojn |
fakto (eo)