Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
fédérateur
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
γένος
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
fédérateur
fédérateurs
θηλυκό
fédératrice
fédératrices
Επίθετο
επεξεργασία
fédérateur
(fr)
που συγκεντρώνει τις προσπάθειες πολλών με σκοπό την
επίτευξη
ενός κοινού
στόχου