etero
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- etero < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | etero | eteroj |
αιτιατική | eteron | eterojn |
etero (eo)
- ο αιθέρας
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | etero | eteroj |
αιτιατική | eteron | eterojn |
etero (eo)