esenco
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- esenco < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | esenco | esencoj |
αιτιατική | esencon | esencojn |
esenco (eo)
- η ουσία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | esenco | esencoj |
αιτιατική | esencon | esencojn |
esenco (eo)