emphatic
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
παραθετικά | |
θετικός | emphatic |
συγκριτικός | more emphatic |
υπερθετικός | most emphatic |
emphatic (en)
παραθετικά | |
θετικός | emphatic |
συγκριτικός | more emphatic |
υπερθετικός | most emphatic |
emphatic (en)