eksterleĝulo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | eksterleĝulo | eksterleĝuloj |
αιτιατική | eksterleĝulon | eksterleĝulojn |
eksterleĝulo (eo)
Συγγενικά
επεξεργασίαΆλλες γραφές
επεξεργασία- eksterleghulo στο H-sistemo
- eksterlegxulo στο X-sistemo