Ετυμολογία

επεξεργασία

effigy < γαλλική effigie < λατινικά effigies < effingo

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
  • το ομοίωμα
    • ομοίωμα προς καύση ή καταστροφή σε φεστιβάλ ή συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας

Συνώνυμα

επεξεργασία