dunaskito
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- dunaskito < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dunaskito | dunaskitoj |
αιτιατική | dunaskiton | dunaskitojn |
dunaskito (eo)
- ο δίδυμος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dunaskito | dunaskitoj |
αιτιατική | dunaskiton | dunaskitojn |
dunaskito (eo)