Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

dryer < dry + -er για ουσιαστικό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
dryer dryers

dryer (en)

Παράγωγα επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

dryer < dry + -er συγκριτικό

  Επίθετο επεξεργασία

dryer (en)

  • συγκριτικός βαθμός του dry, λιγότερο συχνός τύπος του drier (αμερικανικός & βρετανικός)

  Πηγές επεξεργασία

για τη βρετανική & αμερικανική γραφή: