domaine
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
domaine | domaines |
domaine (fr) αρσενικό
- η περιουσία
- το κτήμα
- η σφαίρα επιρροής
- ο τομέας, ο χώρος
- (μαθηματικά) το πεδίο ορισμού
- (πληροφορική) ο τομέας
ενικός | πληθυντικός |
domaine | domaines |
domaine (fr) αρσενικό