Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /dɔ.mɛn/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
domaine domaines

domaine (fr) αρσενικό

  1. η περιουσία
  2. το κτήμα
  3. η σφαίρα επιρροής
  4. ο τομέας, ο χώρος
  5. (μαθηματικά) το πεδίο ορισμού
  6. (πληροφορική) ο τομέας

Συγγενικά

επεξεργασία