• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

docteur

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά

Γαλλικά (fr)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
docteur < λατινική doctor, διδάσκων

Προφορά

επεξεργασία
ⓘ  (βοήθεια·αρχείο)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

docteur (fr) αρσενικό

  1. ο δόκτορας, αυτός που κατέχει ένα doctorat
  2. ο γιατρός

Συγγενικά

επεξεργασία
  • doctoral
  • doctoralement
  • doctorant
  • doctorat
  • doctoresse
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=docteur&oldid=6639623"
Τελευταία επεξεργασία στις 10 Μαρτίου 2024, στις 10:21

Γλώσσες

    • Azərbaycanca
    • Català
    • Corsu
    • Čeština
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Eesti
    • Suomi
    • Na Vosa Vakaviti
    • Français
    • Frysk
    • Magyar
    • Ido
    • Íslenska
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Bahasa Melayu
    • Nederlands
    • Polski
    • Română
    • Русский
    • Sicilianu
    • Sängö
    • Svenska
    • ไทย
    • Türkçe
    • Oʻzbekcha / ўзбекча
    • Tiếng Việt
    • Walon
    • Wolof
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 10 Μαρτίου 2024, στις 10:21.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας