Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

diktado < dikt- + -ad- + -o

  Ουσιαστικό επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική diktado diktadoj
αιτιατική diktadon diktadojn

diktado (eo)