dialogo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dialogo | dialogoj |
αιτιατική | dialogon | dialogojn |
dialogo (eo)
- ο διάλογος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dialogo | dialogoj |
αιτιατική | dialogon | dialogojn |
dialogo (eo)