diabeto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- diabeto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diabeto | diabetoj |
αιτιατική | diabeton | diabetojn |
diabeto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | diabeto | diabetoj |
αιτιατική | diabeton | diabetojn |
diabeto (eo)