devizo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- devizo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | devizo | devizoj |
αιτιατική | devizon | devizojn |
devizo (eo)
- το έμβλημα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | devizo | devizoj |
αιτιατική | devizon | devizojn |
devizo (eo)