depiction
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
depiction | depictions |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαdepiction (en) (μάλλον επίσημο)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η απεικόνιση, η αποτύπωση, η παράσταση, η πράξη της έκφρασης κάποιου ή κάτι με συγκεκριμένο τρόπο με λέξεις ή εικόνες
- ⮡ The depiction of nature in the painting is impressive.
- Η απεικόνιση της φύσης στον πίνακα είναι εντυπωσιακή.
- ⮡ The depiction of the character in the movie was very realistic.
- Η απεικόνιση του χαρακτήρα στην ταινία ήταν πολύ ρεαλιστική.
- ⮡ Every poll is a depiction of the moment.
- Κάθε δημοσκόπηση είναι μια αποτύπωση της στιγμής.
- ⮡ a graphic depiction of economic developments - μια γραφική παράσταση των οικονομικών εξελίξεων
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη representation
- ⮡ The depiction of nature in the painting is impressive.
Πηγές
επεξεργασία- depiction - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 663. ISBN 9780194325684., λήμμα: παράσταση