demono
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- demono < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | demono | demonoj |
αιτιατική | demonon | demonojn |
demono (eo)
- ο δαίμονας
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | demono | demonoj |
αιτιατική | demonon | demonojn |
demono (eo)