dekoraciisto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dekoraciisto | dekoraciistoj |
αιτιατική | dekoraciiston | dekoraciistojn |
dekoraciisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dekoraciisto | dekoraciistoj |
αιτιατική | dekoraciiston | dekoraciistojn |
dekoraciisto (eo)