deficito
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deficito | deficitoj |
αιτιατική | deficiton | deficitojn |
deficito (eo)
- το έλλειμμα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deficito | deficitoj |
αιτιατική | deficiton | deficitojn |
deficito (eo)