dear
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | dear |
συγκριτικός | dearer |
υπερθετικός | dearest |
dear (en)
- αγαπητέ, χρησιμοποιείται στην αρχή ενός γράμματος
- ⮡ Dear Mr. Smith - Αγαπητέ κ. Σμιθ
- αγαπητός, προσφιλής, καημένος, που αγαπιέται ή είναι σημαντικό για κάποιον
- ⮡ my dear friends - αγαπητοί μου φίλοι
- ⮡ He is dear to me.
- Μου είναι προσφιλής.
- ⮡ The dear little children, how cute they are!
- Τα καημένα τα παιδάκια, τι χαριτωμένα που είναι!