Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
démesure
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Συνώνυμα
1.1.2
Αντώνυμα
1.1.3
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
démesure
démesures
démesure
(fr)
θηλυκό
η
υπερβολή
, η
έλλειψη
«
μέτρου
»
Συνώνυμα
επεξεργασία
excès
outrance
Αντώνυμα
επεξεργασία
mesure
modération
pondération
Συγγενικά
επεξεργασία
démesuré
-
démesurée
démesurément