Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
démarche démarches

démarche (fr) θηλυκό

  1. η περπατησιά, ο τρόπος περπατήματος
  2. η προσέγγιση, ο τρόπος δράσης
  3. (διπλωματία) το διάβημα

Συγγενικά

επεξεργασία