contretemps
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
contretemps | contretemps |
Ετυμολογία
επεξεργασία- contretemps < ιταλική contrattempo
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kɔ̃.tʁə.tɑ̃/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcontretemps (fr) αρσενικό
- η αναποδιά
Εκφράσεις
επεξεργασία- à contretemps - την ακατάλληλη στιγμή