Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας come over
γ΄ ενικό ενεστώτα comes over
αόριστος came over
παθητική μετοχή come over
ενεργητική μετοχή coming over

  Ετυμολογία επεξεργασία

come over < → δείτε τις λέξεις come και over

  Ρήμα επεξεργασία

come over (en)

  1. περνάω, κάνω σύντομη επίσκεψη ειδικά στο σπίτι κάποιου
    Come over to see us some day.
    Πέρασε να μας δεις καμιά μέρα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη stop by
  2. τάσσομαι μαζί κάποιου, αλλάζω από τη μια πλευρά, άποψη κτλ. στην άλλη
    In the end, he came over to our side.
    Τελικά τάχθηκε μαζί μας.

  Πηγές επεξεργασία