come over
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | come over |
γ΄ ενικό ενεστώτα | comes over |
αόριστος | came over |
παθητική μετοχή | come over |
ενεργητική μετοχή | coming over |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαcome over (en)
- περνάω, κάνω σύντομη επίσκεψη ειδικά στο σπίτι κάποιου
- τάσσομαι μαζί κάποιου, αλλάζω από τη μια πλευρά, άποψη κτλ. στην άλλη
- ⮡ In the end, he came over to our side.
- Τελικά τάχθηκε μαζί μας.
- ⮡ In the end, he came over to our side.
Πηγές
επεξεργασία- come over - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 692-695, 869. ISBN 9780194325684., λήμμα: περνώ, τάσσομαι