Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
cogwheel
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
cogwheel
cogwheels
Ετυμολογία
επεξεργασία
cogwheel
<
cog
+
wheel
Ουσιαστικό
επεξεργασία
cogwheel
(en)
(
μηχανολογία
) το
γρανάζι
, οδοντωτός τροχός
⮡
The
cogwheel
needs to be lubricated to function properly.
Το
γρανάζι
πρέπει να λιπανθεί για να λειτουργήσει σωστά.
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
gearwheel
Πηγές
επεξεργασία
cogwheel
-
Oxford Learner's Dictionaries