Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
coagulate
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συνώνυμα
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
coagulate
< (
άμεσο δάνειο
)
λατινική
coagulo
<
coagulum
<
cogo
<
co-
+
ago
Ρήμα
επεξεργασία
coagulate
(en)
συμπυκνώνομαι
,
συμπυκνώνω
(
χημεία
) σχηματίζω κατακάθι,
πήζω
μερικώς ή σε σημεία,
υφίσταμαι
πήξη
Συνώνυμα
επεξεργασία
congeal