clothe
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | clothe |
γ΄ ενικό ενεστώτα | clothes |
αόριστος | clothed |
παθητική μετοχή | clothed |
ενεργητική μετοχή | clothing |
Ρήμα
επεξεργασίαclothe (en)
ενεστώτας | clothe |
γ΄ ενικό ενεστώτα | clothes |
αόριστος | clothed |
παθητική μετοχή | clothed |
ενεργητική μετοχή | clothing |
clothe (en)