Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʃy.ʃɔ.tʁi/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
chuchoterie chuchoteries

chuchoterie (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία