case fan
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
case fan | case fans |
case fan (en)
- (υλικό υπολογιστή) ανεμιστήρας που ψύχει το εσωτερικό ενός κουτιού (case) προσωπικού υπολογιστή (PC) με το να εισάγει ή και να εξάγει αέρα
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- case fan στην αγγλική Βικιπαίδεια