Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
car crash car crashes

  Ετυμολογία επεξεργασία

car crash < → δείτε τις λέξεις car και crash

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

car crash (en)

  • (ανεπίσημο, μεταφορικά, κυρίως βρετανικό) το χάλι
    You look like a car crash in those clothes.
    Έχεις τα χάλια σου μ' αυτά τα ρούχα.
    I feel like a car crash today.
    Νιώθω χάλια σήμερα.
    Our national team is a car crash right now.
    Η εθνική μας ομάδα είναι χάλια αυτό τον καιρό.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη hot mess

  Πηγές επεξεργασία