canardière
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- canardière < canard
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
canardière | canardières |
canardière (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη canard
ενικός | πληθυντικός |
canardière | canardières |
canardière (fr) θηλυκό