byzantin
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- byzantin < δημώδης λατινική Byzantinus < Byzantium < Βυζάντιον
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | byzantin | byzantins |
θηλυκό | byzantine | byzantines |
byzantin (fr)