brink
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
brink | brinks |
Ουσιαστικό επεξεργασία
brink (en)
- (μεταφορικά) στο χείλος
Εκφράσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 967. ISBN 9780194325684., λήμμα: χείλος