Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /?/

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
bourricot bourricots

bourricot (fr) αρσενικό

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία