Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
bloomy
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Πολυλεκτικοί όροι
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
bloomy
<
bloom
+
-y
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈbluːmi
/
Επίθετο
επεξεργασία
bloomy
(en)
ανθισμένος
,
ανθηρός
ανθοσκέπαστος
, καλυμμένος με/από άνθη
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
bloomy
rind
: τυρί με λευκή
φλοίδα
μούχλας (whitish
rind
)