blogo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | blogo | blogoj |
αιτιατική | blogon | blogojn |
blogo (eo)
- (πληροφορική) το ιστολόγιο, το μπλογκ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | blogo | blogoj |
αιτιατική | blogon | blogojn |
blogo (eo)