bileto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bileto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bileto | biletoj |
αιτιατική | bileton | biletojn |
bileto (eo)
- το εισιτήριο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bileto | biletoj |
αιτιατική | bileton | biletojn |
bileto (eo)