Πρόθεση

επεξεργασία

barring (en)

  • εκτός (από)
    ⮡  We will arrive at noon barring the unexpected.
    Θα φτάσουμε το μεσημέρι εκτός απροόπτου.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη besides

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

barring (en)