Ετυμολογία

επεξεργασία
barlong < beslong < ίσως λατινική °bislongus, που είναι δυο φορές πιο μακρύς (παρά φαρδύς), πολύ μακρύς

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /baʁ.lɔ̃/

  Επίθετο

επεξεργασία
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό barlong barlongs
θηλυκό barlongue barlongues

barlong (fr)