bardo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bardo | bardoj |
αιτιατική | bardon | bardojn |
bardo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bardo | bardoj |
αιτιατική | bardon | bardojn |
bardo (eo)