baldaŭa
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | baldaŭa | baldaŭaj |
αιτιατική | baldaŭan | baldaŭajn |
baldaŭa (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | baldaŭa | baldaŭaj |
αιτιατική | baldaŭan | baldaŭajn |
baldaŭa (eo)