babilejo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | babilejo | babilejoj |
αιτιατική | babilejon | babilejojn |
babilejo (eo)
- ο τόπος συζήτησης
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | babilejo | babilejoj |
αιτιατική | babilejon | babilejojn |
babilejo (eo)